Είπα τον έρωτα την υγεία του ρόδου την αχτίδα
Που μονάχη ολόισα βρίσκει την καρδιά
Την Ελλάδα που με σιγουριά πατάει στη θάλασσα
Την Ελλάδα που με ταξιδεύει πάντοτε
Σε γυμνά χιονόδοξα βουνά.

Οδυσσέας Ελύτης

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

Παλιοί Λογαριασμοί…….(Λιάκουρα – Παρνασσός)



Όλα ξεκίνησαν πέρυσι τον Οκτώβριο όταν ανηφορίζοντας από την Τιθορέα (Βελίτσα) έβαλα στόχο την Λιάκουρα (2456 μ.). Με μιά λάθος επιλογή... προτίμησα το μονοπάτι από την δεξιά του φαραγγιού. Μετά η ανεπαρκή σηματοδότηση σε συνδυασμό με την κουραστική διάσχιση τριών διαδοχικών ρεματιών αλλά σίγουρα και οι πολλές στάσεις για να απολαύσω αυτά τα υπέροχα νερά που ξεχύνονται από τις κορυφές του βουνού 

με έφεραν στην Λιθόστρουγκα (στο λούκι  ανάμεσα στις Τρείς Τσούμπες και την Λιάκουρα) αρκετά εξουθενωμένο. Φτάνοντας μέχρι την Χούνη μετά από 6 ώρες ανάβαση οι δυνάμεις μου άρχισαν να με προδίδουν. Σφίγγοντας τα δόντια άρχισα τη ανάβαση για τον αυχένα κάτω από την Λιάκουρα. Έφτασα στα μέσα περίπου τις ανάβασης (γύρω στα 2200 μ. 300 μέτρα κάτω από την κορυφή!!!) και σε αυτό το σημείο ήταν που αναλογίστηκα εάν πρέπει να διεκπεραιώσω με οποιοδήποτε κόστος τον στόχο που είχα βάλει. Επιπλέον ο καιρός άρχισε  να «κλείνει» δυσκολεύοντας αρκετά την προσπάθεια και μαζί με το περασμένο της ώρας, έχοντας περίπου άλλες 4 ώρες για την επιστροφή, αποφάσισα να αφήσω ανοιχτό τον λογαριασμό με την Λιάκουρα……
   Πέρασε ένας χρόνος και από το «Ηπειρώτικο μου  Κεφάλι» δεν ξεκόλλησε η εκκρεμότητα. Γι αυτό, το όμορφο πρωινό του Σαββάτο (5-11-11) ξεκίνησα κλείσω τους λογαριασμούς μου.
   Αναχωρώντας από την όμορφη πλατεία της Τιθορέας  αυτή τη φορά κατέβηκα και διέσχισα  το φαράγγι, ακλουθώντας αυτή τη φορά το κύριο μονοπάτι που οδηγεί  στην ψηλότερη κορυφή του Παρνασσού.
   Καθώς οι πρώτες ροδοκόκκινες ακτίνες του ήλιου άρχισαν να χτυπούν τις κορυφές του βουνού έφτασα στο εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη. 
Λίγο πιο πάνω, έχοντας διασχίσει ένα πανέμορφο ελατοδάσος,  ο ήλιος με έλουσε στο διάσελο νότια από την κορυφή Κούμπες (1254 μ). Στο σημείο αυτό είχα την πρώτη έκπληξη. 
Τα πάντα κάτω από τα 1000 μ. ήταν σκεπασμένα από ένα πυκνό σύννεφο. Σχηματίστικε μία «θάλασσα» από κάτω μου, κάνοντας προς τα βόρεια το όρος  Όθρυς να φαντάζει σαν νησί στην απεραντοσύνη του ουρανού. 
......βόρεια το όρος  Όθρυς να φαντάζει σαν νησί...

Αργότερα έχοντας ξεπεράσει τα 2000 μ. τα πάντα ήταν απόλυτα διαυγή, ο αψεγάδιαστος ουρανός, οι αγέρωχοι βράχοι που ορθώνονταν γύρω μου  με τις ολόλευκες τούφες παγωμένου χιονιού. 
Αφήνοντας το λούκι σκαρφαλώνοντας  στην πλαγιά που θα με έβγαζε στο αυχένα κάτω από τη κορυφή συνειδητοποιώ πόσο κοντά στο στόχο είχα φτάσει πέρυσι. Αυτή τη φορά τα τελευταία εκατοντάδες μέτρα για την ψηλότερο σημείο του Παρνασσού τα κάνω με το ένα μάτι στην κορυφή και το άλλο θαυμάζοντας τους γύρω ορεινούς όγκους.
   Λοιπόν Λιάκουρα (2456 μ.)...το τρόπαιο ...το κλείσιμο του λογαριασμού. Και ο Παρνασσός με ανταμείβει με το παραπάνω. Μου προσφέρει, μακριά στα βόρεια μέσα από τα σύννεφα,  να αναδύεται τη φιγούρα του Ολύμπου. Στο ίδιο μοτίβο προς το νότο , τον Ελικώνα και την Πάρνηθα. Δυτικά είναι όμως το μεγάλο δώρο, ξεγυμνωμένη από σύννεφα η Γκιώνα σε πρώτο πλάνο, με τα Βαρδούσια από πίσω, την Οίτη λίγο πιο βόρεια και τον Τυμφρηστό στο βάθος. Ακόμα στα νότια ξεχωρίζω την σιλουέτα της Ζήριας και του Χελμού.

    Καιρός για γυρισμό όμως,  άλλωστε  επιστρέφοντας στην Τιθορέα θα έχω συμπληρώσει 11 ώρες περπάτημα με τα πόδια μου να διαμαρτύρονται, την ψυχή όμως γεμάτη από της εμπειρίες που μου έδωσε γενναιόδωρα αυτή τη φορά το βουνό του Απόλλωνα.          

 

οι κορυφές του βουνού από το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη.
 
ο ήλιος ...λαμπερό πετράδι στις Τρείς Τσούμπες


Λιάκουρα (2456 μ.)
.........νότια ξεχωρίζω την σιλουέτα της Ζήριας και του Χελμού
Στάση στις Τσάρες
Τσάρκος  2416 μ.
Παρνασσός






  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου